Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > inflamación
inflamación
A pathological process characterized by injury or destruction of tissues caused by a variety of cytologic and chemical reactions. It is usually manifested by typical signs of pain, heat, redness, swelling, and loss of function.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Medical Category: Medical research
medicina comunitaria
La especialidad que tiene a su cargo la salud y la enfermedad de una población o de una comunidad en particular. El objetivo es identificar los ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Screening Out Loud
0
Όροι
4
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί
Bend It Like Beckham (Gurinder Chadha, Director) Blossary
Κατηγορία: Ψυχαγωγία 1 1 Όροι
Browers Terms By Category
- Plastic injection molding(392)
- Industrial manufacturing(279)
- Paper production(220)
- Fiberglass(171)
- Contract manufacturing(108)
- Glass(45)
Manufacturing(1257) Terms
- Καλλυντικά(80)
Καλλυντικά & φροντίδα του δέρματος(80) Terms
- Υλικό φυσικών επιστημών(1710)
- Μεταλλουργία(891)
- Τεχνολογία διάβρωσης(646)
- Μαγνητική(82)
- Τεστ απόδοσης(1)
Επιστημονικό υλικό(3330) Terms
- Inorganic pigments(45)
- Inorganic salts(2)
- Phosphates(1)
- Oxides(1)
- Inorganic acids(1)
Inorganic chemicals(50) Terms
- Biochemistry(4818)
- Genetic engineering(2618)
- Biomedical(4)
- Green biotechnology(4)
- Blue biotechnology(1)