Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > irrigación

irrigación

Application of water to soil for the purpose of plant production.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Francisca Bittner
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 8

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Festivals Category:

Eid al-fitr

Festividad musulmana que marca el fin del ramadán. Los musulmanes no sólo celebran el fin del ayuno, sino que también agradecen a DIOS por la ayuda y ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Chinese Idioms (Chengyu - 成语)

Κατηγορία: Κουλτούρα   2 10 Όροι

Medical

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 2 Όροι