Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > Normalización

Normalización

Sistema de gradación y categorías e intervalos cuantificables en los cuales elementos individuales pueden ser distribuidos alrededor de una norma. Por ejemplo, la medicina occidental y los sistemas judiciales han apelado cada vez más a medidas estadísticas y distribuciones para juzgar qué es normal. Esto lleva, por ejemplo, no sólo a la clasificación de que es sano e insano sino también a grados de "enfermedad mental".

0
  • Μέρος του λόγου: Feminine
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Λογοτεχνία
  • Category: General
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

jorbuacar
  • 0

    Όροι

  • 1

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Anatomy Category:

acnestis

The part of the body that cannot be reached (to scratch), usually the space between the shoulder blades.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Collaborative Lexicography

Κατηγορία: Languages   1 1 Όροι

Municipal Bonds

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 8 Όροι