Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > válvula
válvula
Como aleta las estructuras internas del corazón que se abren y cierran para controlar el flujo de sangre a través y fuera del corazón.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Ιατρικές συσκευές
- Category: Συσκευές καρδιακής υποστήριξης
- Company: Boston Scientific
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση Category: Schools
educación púbica
Un vergonzoso error de tipeo que quería decir "educación pública" en un letrero de patrocinio atlético puesto por el Red Lion Area School ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Tatevik888
0
Όροι
5
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί
Top 10 Inspirational Books of All Time
Κατηγορία: Λογοτεχνία 1 12 Όροι
Browers Terms By Category
- Body language(129)
- Corporate communications(66)
- Oral communication(29)
- Technical writing(13)
- Postal communication(8)
- Written communication(6)
Communication(251) Terms
- Osteopathy(423)
- Acupuncture(18)
- Alternative psychotherapy(17)
- Ayurveda(9)
- Homeopathy(7)
- Naturopathy(3)
Alternative therapy(489) Terms
- Δημοσιογραφία(537)
- Τύπος(79)
- Δημοσιογραφία έρευνας(44)
Ειδήσεις(660) Terms
- Inorganic pigments(45)
- Inorganic salts(2)
- Phosphates(1)
- Oxides(1)
- Inorganic acids(1)
Inorganic chemicals(50) Terms
- Skin care(179)
- Cosmetic surgery(114)
- Στυλ μαλλιών(61)
- Breast implant(58)
- Cosmetic products(5)