Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > aplicación

aplicación

Programa o conjunto de programas que facilitan una o más actividades de forma frecuente a través de una interfaz de usuario. Las aplicaciones normalmente manejan, transforman y/o distribuyen datos.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Υπολογιστές
  • Category: Workstations
  • Company: Sun
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

michael.cen
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 13

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Anatomy Category: Cytology

células

Las células son la unidad funcional básica de la vida (todos los organismo están compuestos por ellos). Fueron descubiertos por Robert Hooke en 1665. ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Cloud Computing

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 4 Όροι

Christian Prayer

Κατηγορία: Θρησκεία   2 19 Όροι