Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > agarosa
agarosa
A polysaccharide present in agar and responsible for its gelling. It consists of residues of 3,6-anhydo-L-galactose and D-galactose. It is used as a medium for gel chromatography.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
John Lennon
John Lennon, (9 octubre 1940-8 diciembre 1980) fue un músico famoso e influyente cantante y compositor que adquirió fama mundial como uno de los ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
RebecaBenedicto
0
Όροι
2
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί
Traducción automática y asistida por ordenador
Κατηγορία: Languages 1 12 Όροι
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί
Top 10 Bottled Waters
Κατηγορία: Εκπαίδευση 1 10 Όροι
Browers Terms By Category
- Δημοσιογραφία(537)
- Τύπος(79)
- Δημοσιογραφία έρευνας(44)
Ειδήσεις(660) Terms
- Home theatre system(386)
- Television(289)
- Amplifier(190)
- Digital camera(164)
- Digital photo frame(27)
- Radio(7)
Consumer electronics(1079) Terms
- Νέα(147)
- Radio & TV broadcasting equipment(126)
- TV equipment(9)
- Set top box(6)
- Radios & accessories(5)
- TV antenna(1)
Δελτίο Ειδήσεων &λήψη(296) Terms
- Zoological terms(611)
- Animal verbs(25)
Zoology(636) Terms
- Φυσικό αέριο(4949)
- Άνθρακας(2541)
- Πετρέλαιο(2335)
- Αποτελεσματικότητα ενέργειας(1411)
- Ατομική ενέργεια(565)
- Αγορά ενέργειας(526)