Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > antibióticos
antibióticos
Sustancias producidas por microorganismos que pueden inhibir o suprimir el crecimiento de otros microorganismos.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Medical
- Category: Human genome
- Company: National Library of Medicine
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Αρχαιολογία Category: Evolution
deriva genética
Changes in the frequencies of alleles in a population that occur by chance, rather than because of natural selection.
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Lumber(635)
- Concrete(329)
- Stone(231)
- Wood flooring(155)
- Tiles(153)
- Bricks(40)
Building materials(1584) Terms
- Δορυφόροι(455)
- Διαστημόπλοια(332)
- Συστήματα ελέγχου(178)
- Space shuttle(72)
Αεροπορία(1037) Terms
- Skin care(179)
- Cosmetic surgery(114)
- Στυλ μαλλιών(61)
- Breast implant(58)
- Cosmetic products(5)
Ομορφιά(417) Terms
- Muscular(158)
- Brain(145)
- Human body(144)
- Developmental anatomy(72)
- Nervous system(57)
- Arteries(53)
Anatomy(873) Terms
- Μυθιστόρημα(910)
- General literature(746)
- Poetry(598)
- Chilldren's literature(212)
- Bestsellers(135)
- Διηγήματα(127)