Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > caquexia

caquexia

A profound and marked state of constitutional disorder, general ill health, malnutrition, and weight loss.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Construction Category: Architecture

rascacielos

A multi-storied building constructed on steel skeleton, combining extraordinary height with ordinary rooms such as would be found in low buildings, ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Selena Fashion

Κατηγορία: Μόδα   2 6 Όροι

The 12 Best Luxury Hotels in Jakarta

Κατηγορία: Travel   1 12 Όροι