Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > capilaridad

capilaridad

A property of the surface of a liquid in contact with that of a solid, where the liquid's surface is raised or depressed due to the attraction of the molecules of the liquid for each other and for those of the solid. The combined forces of adhesion and cohesion are at play.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

XimenaD
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 3

    Οπαδοί

Graduate Management Admission Test (Examen de admisión para graduados en gestión de empresas)

Like the GRE, GMAT is a pre-requisite test for students wishing to apply to MBA programs in USA. Similarly, the top business schools around the world ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Selena Fashion

Κατηγορία: Μόδα   2 6 Όροι

The 12 Best Luxury Hotels in Jakarta

Κατηγορία: Travel   1 12 Όροι