Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > raquitismo

raquitismo

A condition caused by deficiency of vitamin D, especially in infancy and childhood, with disturbance of normal ossification.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

jcurbaez
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Μουσική Category: Bands

Los Beatles

Los fueron un grupo de rock inglés creado en 1962. Sus integrantes eran John Lennon (guitarra rítmica, voz), Paul McCartney (bajo, voz), George ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Basics of CSS

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 8 Όροι

Avengers Characters

Κατηγορία: Other   1 8 Όροι