Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > tejido

tejido

A group of cells with a specific function in the body of an organism. Lung tissue, vascular tissues, and muscle tissue are all kinds of tissues found in some animals. Tissues are usually composed of nearly identical cells, and are often organized into larger units called organs.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Zoology
  • Company: Berkeley
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

kokopelli
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Holiday Category: Observances

Día de Steve Jobs

Fue propuesto por la agencia digital de publicidad Studiocom, el día de Steve Jobs es en celebración de la grandeza que Jobs alcanzó durante su vida. ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Fastest Growing Tech Companies

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 7 Όροι

World's Geatest People of All Time

Κατηγορία: Ιστορία   1 1 Όροι