Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > segregación transgresiva

segregación transgresiva

Pattern of inheritance where progeny have a characteristic that falls outside of the range of either parent for that specific characteristic.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Water bodies Category: Lakes

lago

A body of relatively still fresh or salt water of considerable size, localized in a basin that is surrounded by land. Lakes are inland and not part of ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Animals' Etymology

Κατηγορία: Animals   1 13 Όροι

Web search engine

Κατηγορία: Business   2 10 Όροι