Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > vértebra

vértebra

A component of the vertebral column, or backbone, found in vertebrates.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Zoology
  • Company: Berkeley
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

kokopelli
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Tobacco Category: Cigarettes

cigarros electrónicos

cigarros electrónicos son correos que funcionan con baterías. Dependiendo del modelo o la marca, estos cigarrillos permiten a los usuarios inhalar ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Glossary Project 1

Κατηγορία: Εκπαίδευση   3 20 Όροι

Archaeology

Κατηγορία: Ιστορία   3 1 Όροι