Home > Βιομηχανία/Τομέας > Aviation > Airport
Airport
A station, usually consisting of buildings, airfields and runways, used to provide a place for aircraft to take off and land as well as to house commercial services for passengers and on-board staff.
Industry: Aviation
Προσθήκη νέου όρουContributors in Airport
Airport
απόσταση εξοπλισμός μέτρησης
Aviation; Air traffic control
Αέρος και εδάφους εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για να μετρηθεί η απόσταση φάσμα ράπισμα από ένα NAVAID DME σε ναυτικά ...
έδαφος επιστροφής
Aviation; Air traffic control
Το επιθυμητό ηχώ που έλαβε από το έδαφος από την ατμόσφαιρα με ραντάρ.
μετεωρολογικών έκθεση
Aviation; Air traffic control
Μια δήλωση της παρατηρούμενης μετεωρολογικών συνθηκών που αφορούν μια συγκεκριμένη ώρα και την τοποθεσία.
τροφοδότης ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
Aviation; Air traffic control
Μια αποτύπωση απεικονίζεται στα διαγράμματα προσέγγιση μέσο που καθιερώνει η αφετηρία της διαδρομής τροφοδότη. ...
σύστημα επαύξησης τοπικού (LAAS)
Aviation; Air traffic control
ΗΠΑ και τον Καναδά: Η αύξηση για το παγκόσμιο σύστημα εντοπισμού στίγματος (GPS) να ανταποκριθεί προσέγγιση ακριβείας γάτα μου, γάτα II και III γάτα ακρίβεια, απαιτήσεις ακεραιότητας, της συνέχειας ...
Ηλεκτρονικό αντι-αντιμέτρων
Aviation; Air traffic control
Το τμήμα του ηλεκτρονικού πολέμου που αφορούν ενέργειες ούτως φιλική, αποτελεσματική χρήση του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος παρά του εχθρού χρήση ηλεκτρονικού ...
τελική προσέγγιση πύλη
Aviation; Air traffic control
Μια ορθογώνια περιοχή, 1 mi. ευρύ και 3 mi. μακρά, διχοτομείται από την εκτεταμένη κεντρικού άξονα του διαδρόμου και βρίσκεται έτσι ώστε το εσωτερικό όριο της περιοχής είναι τουλάχιστον 5 mi. από το ...