
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Aviation > Airport
Airport
A station, usually consisting of buildings, airfields and runways, used to provide a place for aircraft to take off and land as well as to house commercial services for passengers and on-board staff.
Industry: Aviation
Προσθήκη νέου όρουContributors in Airport
Airport
συμβουλευτικής υπηρεσίας εναέριας κυκλοφορίας
Aviation; Air traffic control
ICAO: Μια υπηρεσία που παρέχεται συμβουλευτική εναέριο χώρο να εξασφαλισθεί ο χωρισμός, στο μέτρο που πρακτικά, μεταξύ αεροσκαφών που λειτουργούν στις IFR σχέδια ...
αέρα ανεφοδιασμού σημείο ελέγχου (ARCP)
Aviation; Air traffic control
Το γεωγραφικό σημείο πέρα από το οποίο ο δέκτης φτάνει στην παρατήρηση/ανεφοδιασμό θέση όσον αφορά το ειδικό δεξαμενόπλοιο. ...
αεροναυτικών προϊόντων
Aviation; Air traffic control
Κάθε αεροσκάφος, κινητήρας αεροσκάφους, έλικα ή εξοπλισμού του αεροσκάφους ή μέρος, ή των συστατικών μερών του κάποιο από αυτά τα πράγματα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν ηλεκτρονικών υπολογιστών και ...
υπηρεσία ελέγχου περιοχής
Aviation; Air traffic control
Η υπηρεσία ελέγχου που παρέχονται από ένα κέντρο ελέγχου περιοχής (ACC) σε IFR και περιεχόμενα αεροσκάφη που κυκλοφορούν εντός περιοχών καθορισμένο στοιχείο ...
δημοσίευσης αεροναυτικών πληροφοριών (AIP)
Aviation; Air traffic control
Μια δημοσίευση που εκδίδονται από ή με την αρχή του κράτους και ότι περιέχει αεροναυτικών πληροφοριών από μια διαρκή χαρακτήρα που είναι απαραίτητη για την αεροναυτιλίας. ...
υπηρεσία διαχείρισης ποδιά
Aviation; Air traffic control
Μια υπηρεσία που παρέχεται για τη ρύθμιση των δραστηριοτήτων και την κυκλοφορία των αεροσκαφών και των οχημάτων σε μια ...
αέρα αμυντικό ραντάρ μεγάλης εμβέλειας
Aviation; Air traffic control
Μια στρατιωτική ραντάρ αισθητήρα σύστημα αποτελείται από πομπό, κεραία και συναφείς επικοινωνίες που μπορεί να ανιχνεύσει και να παρακολουθείτε στόχων σε όλα αζιμούθια, σειρές και τις ανυψώσεις. ...