Home > Βιομηχανία/Τομέας > Construction > Carpentry

Carpentry

Of or relating to the art of making objects, buildings or furniture out of wood.

Contributors in Carpentry

Carpentry

περιεκτικότητα σε υγρασία

Construction; Carpentry

Ποσό του νερού που περιέχεται στο ξύλο. Ορίζεται ως ποσοστό του βάρους του ξύλου ξήρανση κλιβάνου.

χωρίσματος παραθύρου

Construction; Carpentry

Ένα μπαρ ή τα pier που χωρίζει μονάδες διπλανό παράθυρο, συνήθως κατασκευάζονται από ξύλο ή αλουμίνιο.

συσκευή παρασκευής άρτου

Construction; Carpentry

Μηχανή επεξεργασίας ξύλου για την εκτέλεση σχηματοποίηση προφίλ σε ξύλο μέλη.

millwork

Construction; Carpentry

Προϊόντα που παράγονται κυρίως από ξυλεία σε πλανίζοντας μύλος ή εργοστάσιο επεξεργασίας ξύλου. Περιλαμβάνει κουφώματα, καλούπια, κλείστρου και τυφλοί, πόρτες, staiwork, γραφεία, κορνίζες τζακιού και ...

συνάντηση σιδηροδρομικών

Construction; Carpentry

Στο διπλό κρεμασμένα παράθυρα, μια ράγα κάτω σε ένα ανώτερο παράθυρο φύλλο ή η κορυφαία ράγα του η χαμηλότερη ζώνη. Επίσης γνωστό ως ελέγχου σιδηροδρομικών. ...

συμφωνημένα ξυλεία

Construction; Carpentry

Άκρη ντυμένος lumbershaped να κάνει ένα γλωσσών και αυλακιού μικτής στο τις άκρες ή τα άκρα. Περιλαμβάνει ξυλεία με rabbetted ...

αρθρωτή συντονισμού

Construction; Carpentry

Μέθοδος Διαστασιολόγηση και υλικό χρήση για δομές που βασίζεται σε μονάδα μέτρησης που ονομάζεται μια ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Software Engineering

Κατηγορία: Μηχανική   1 19 Όροι

Best Food for Best Skin

Κατηγορία: Health   2 10 Όροι