![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Building materials > Concrete
Concrete
Referring to an artificial, stonelike material used for various structural purposes, that is made from the drying and hardening of cement.
Industry: Building materials
Προσθήκη νέου όρουContributors in Concrete
Concrete
πλαστικοποιητής
Building materials; Concrete
Ένα υλικό που αυξάνει την εργασιμότητα ή τη συνοχή του μια συγκεκριμένη πάστα τσιμέντου, του κονιάματος ή ...
απλό σκυρόδεμα
Building materials; Concrete
Σκυροδέματος χωρίς ενίσχυση, ή ενισχυμένη μόνο για συρρίκνωση ή θερμοκρασία αλλαγές.
τοποθέτηση
Building materials; Concrete
Η διαδικασία της διάθεση και την παγίωση του σκυροδέματος. Μια ποσότητα σκυροδέματος τοποθετείται και τελείωσε κατά τη συνεχή λειτουργία. Επίσης, ανάρμοστα αναφέρεται ως ...
βαρέλι
Building materials; Concrete
Μια μονάδα μέτρησης βάρους για τσιμέντο Portland, ισοδύναμο με τέσσερις σάκους ή 376 λίρες.
παρτίδα
Building materials; Concrete
Η ποσότητα που παράγεται ως αποτέλεσμα της μίξης πράξη, όπως και μια παρτίδα σκυροδέματος.
συνδετικό υλικό
Building materials; Concrete
Almost any cementing material, either hydrated cement or a product of cement or lime and reactive siliceous materials. The kinds of cement and the curing conditions determine the general type of ...
άμμος από την Οτάβα
Building materials; Concrete
Ένα κηπευτικό ως πρότυπο στις δοκιμές υδραυλικά τσιμέντα μέσω δείγματα δοκιμή κονιάματος. Άμμο παράγεται από την επεξεργασία των μορίων βράχου διοξείδιο του πυριτίου, που λαμβάνονται από την ...