Home > Βιομηχανία/Τομέας > Νομική; Legal services > General law
General law
Common terminology used in legal business.
Industry: Νομική; Legal services
Προσθήκη νέου όρουContributors in Γενική νομική
General law
απαράδεκτη αποδεικτικά στοιχεία
Νομική; Γενική νομική
Οποιαδήποτε μαρτυρία, ντοκιμαντέρ ή απτά αποδεικτικά στοιχεία, ότι δεν πληροί τους κανόνες του κράτους, γιατί θεωρείται αναξιόπιστη πρέπει να ληφθούν υπόψη ως αποδεικτικά ...
πνευματική ιδιοκτησία
Νομική; Γενική νομική
Ιδιότητα που είναι άυλα και δημιουργήθηκε από το ανθρώπινο μυαλό, όπως βιβλία, εφευρέσεις, εμπορικά σήματα, κλπ ονομάζεται πνευματικής ιδιοκτησίας. ...
αφερεγγυότητας
Νομική; Γενική νομική
Ένα άτομο θεωρείται αφερέγγυα όταν είναι σε θέση να πληρώσουν τα χρέη τους ληξιπρόθεσμα, ή όταν η αξία των των οφειλών υπερβαίνει την αξία των περιουσιακών στοιχείων ...
ενδιάμεση παραγγελίες
Νομική; Γενική νομική
Μια προσωρινή σειρά γίνεται από ένα δικαστή κατά τη διάρκεια της δίκης, μέχρι να περάσει μια τελική παραγγελία. ...
αμετάκλητη αξιοπιστίας
Νομική; Γενική νομική
Μια σχέση αξιοπιστίας που αφού, δεν μπορεί να ανακληθεί ή να αλλάξει. Είναι διαρκούς χαρακτήρα.
κίνδυνο
Νομική; Γενική νομική
Λέγεται ότι ένα πρόσωπο να τεθεί σε κίνδυνο, όταν αυτός ή αυτή τοποθετείται σε δίκη και με κίνδυνο της καταδίκης και της τιμωρίας. Κίνδυνο αποδίδει αφού ορκιστεί να δοκιμάσετε την περίπτωση μιας ...