Home > Βιομηχανία/Τομέας > Στρατιωτικά > General military
General military
General military terms.
Industry: Στρατιωτικά
Προσθήκη νέου όρουContributors in General military
General military
οδηγία αρχή για την εφοδιαστική (DAFL)
Στρατιωτικά; General military
Πολεμικά διοικητής αρχή να εκδίδουμε οδηγίες να υποτάξουν διοικητές, συμπεριλαμβανομένης της εν καιρώ ειρήνης μέτρα, πρέπει να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εκτέλεση των εγκεκριμένων λειτουργία ...
βελτίωση δύναμη χώρο
Στρατιωτικά; General military
Την καταπολέμηση επιχειρήσεις υποστήριξης και δύναμη τον πολλαπλασιασμό δυνατότητες που παραδίδονται από διαστημικών συστημάτων για την βελτίωση της αποτελεσματικότητας των στρατιωτικών δυνάμεων, ...
συλλογική αυτοάμυνα
Στρατιωτικά; General military
Συλλογική αυτοάμυνα είναι η πράξη της υπεράσπισης άλλα καθορισμένα μη Αμερικανικές δυνάμεις. Μόνο τον Πρόεδρο ή το γραμματέα της υπεράσπισης, μπορούν να επιτρέπουν οι δυνάμεις των ΗΠΑ να ασκήσει το ...
συνοδεία δυνάμεων
Στρατιωτικά; General military
Μάχιμων δυνάμεων των διαφόρων τύπων που προβλέπονται για την προστασία άλλων δυνάμεων ενάντια στις επιθέσεις του ...
εφαρμογή δύναμης χώρο
Στρατιωτικά; General military
Πολεμικές επιχειρήσεις στη, μέσω, και από το διάστημα να επηρεάσει την πορεία και την έκβαση της σύγκρουσης. Η δύναμη χώρο περιοχή αποστολής εφαρμογής περιλαμβάνει βαλλιστικών πυραύλων άμυνα και την ...
Κέντρο τακτικών επιχειρήσεων του πίσω μέρους επιχειρήσεων κέντρο/πίσω
Στρατιωτικά; General military
Μια δυνατότητα διοίκησης και ελέγχου που χρησιμεύει ως μια περιοχή ή/και υποπεριοχή διοικητής του σχεδιασμού, συντονισμού, παρακολούθησης, παροχή συμβουλών και σκηνοθεσία οργανισμός για την ασφάλεια ...
στρατιωτικές πληροφορίες υποστηρίζουν συντηρητών αξιολόγηση (MAT)
Στρατιωτικά; General military
Ένα μικρό, προσαρμοσμένες ομάδα (περίπου 4-12 προσωπικό) που αποτελείται από στρατιωτικές πληροφορίες υποστήριξης επιχειρήσεων σχεδιαστές και προϊόν της διανομής/διάδοσης και υλικοτεχνική ειδικούς. Η ...