Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τηλεπικοινωνίες > General telecom
General telecom
Terms relating to telecommunication or communication through technological means.
Industry: Τηλεπικοινωνίες
Προσθήκη νέου όρουContributors in General telecom
General telecom
ποιότητα υπηρεσίας (QOS)
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Η προδιαγραφή επιδόσεων ένα κανάλι επικοινωνιών ή συστήματος. Σημείωση: QOS μπορούν να αναφέρονται ποσοτικά από το κανάλι ή σύστημα απόδοσης παραμέτρους, όπως σήματος προς θόρυβο αναλογία (S/N), ...
συνοδός θέση
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Το μέρος της μεταγωγής σύστημα που χρησιμοποιεί ένας συνοδός, δηλαδή, ενός φορέα, να βοηθήσει τους χρήστες στην ολοκλήρωση της κλήσης και την χρήση των ειδικών υπηρεσιών. ...
Αίτηση πρόσβασης υπηρεσίας (ASR)
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Παραγγελία εντύπου να ζητήσει των υπηρεσιών πρόσβασης, τόσο ειδική όσο και μετατάσσονται.
δορυφορική γεωστατική τροχιά
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Η τροχιά στην οποία πρέπει να τοποθετηθεί ένας δορυφόρος είναι μια γεωστατικός δορυφόρος.
μεταφορέας οπτικών επίπεδο 1 (OC-1)
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Το οπτικό σήμα που προκύπτει από μια οπτική μετατροπή του μια σύγχρονη μεταφορά σήματος 1 (σήμα STS-1. ) Είναι το σήμα που θα αποτελέσουν τη βάση της ...
φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Ο φορέας που είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη, την παροχή και την συντήρηση των σε πραγματικό χρόνο υπηρεσίες δικτύωσης, καθώς και για τη λειτουργία των αντίστοιχων ...
επιδόσεις μέτρηση περίοδο
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Την περίοδο στη διάρκεια της οποίας οι παράμετροι μετριούνται. Σημείωση: μια περίοδο μέτρησης απόδοσης καθορίζεται από τα απαιτούμενα όρια εμπιστοσύνης και μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τις τιμές ...