Contributors in Grammar
Grammar
συγχωνευτικές γλώσσα
Γλώσσα; Grammar
Οριοθετεί τις συγχωνευτικές γλώσσες είναι εκείνα στα οποία τις διαιρέσεις μεταξύ μορφήματα τείνουν να είναι δύσκολο να προσδιοριστούν και επιμέρους προσφύματα τείνουν να έχουν πολύπλοκες σημασίες. ...
γνωστική γλωσσολογία-Ο κλάδος της γλωσσολογίας που ερμηνεύεει την γλώσσα με όρους ιδεών, μερικές φορές καθολικών, και μερικές φορές ειδικών, σε μία συγκεκριμέη γλώσσα που υπογραμμίζει τους τύπους της.
Γλώσσα; Grammar
Ο κλάδος της Γλωσσολογίας που ερμηνεύει τη γλώσσα όσον αφορά τις έννοιες, μερικές φορές, καθολική, μερικές φορές ειδικά για μια συγκεκριμένη γλώσσα, που αποτελούν τη βάση της τις ...
απόκτηση γλωσσικής ικανότητας-Η απόκτηση ικανότητας στην γλώσσα για έκφραση, ευχέρεια στην γραφή κλπ
Γλώσσα; Grammar
Η διαδικασία με την οποία οι άνθρωποι αποκτήσουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται, να παράγουν και να χρησιμοποιούν τις λέξεις κατανόησης και επικοινωνίας. Με την ιδιότητα αυτή περιλαμβάνει τη ...
παραγωγική γλωσσολογία-μια σχολή σκέψης στα πλαίσια της γλωσσολογίας που χρησιμοποιεί την παραγωγική γραμματική
Γλώσσα; Grammar
Μια σχολή σκέψης στο εσωτερικό της Γλωσσολογίας που κάνει χρήση της έννοιας της μια παραγωγική γραμματική.
ανάλυση λόγου -Σημεία ανάλυσης λόγου μεγαλύτερα από την σχέση τους με τα περιεχόμενα όπου χρησιμοποιιούνται.
Γλώσσα; Grammar
Ανάλυση του λόγου μονάδες μεγαλύτερη από την πρόταση και σχέση με το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιούνται.
νευρογλωσσολογία-η μελέτη των ουδέτερων μηχανισμών στην ανθρώπινη σκέψη που ελέγεχει την κατανόηση, παραγωγή και απόκτηση γνώσεων γλώσσας.
Γλώσσα; Grammar
Η μελέτη των νευρικών μηχανισμών στον ανθρώπινο εγκέφαλο που ελέγχουν την κατανόηση, την παραγωγή και την απόκτηση της ...
συγκριτική γραμματολογία- Κριτική μάθηση που σχετίζεται με την λογοτεχνία δύο ή περισσότερων γλωσσικών, πολιτιστικών ή εθνικών ομάδων.
Γλώσσα; Grammar
Κριτικής επιστήμης που ασχολείται με τη λογοτεχνία από δύο ή περισσότερες διαφορετικές γλωσσικές, πολιτιστικές και εθνικές ...