Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τραπεζική > Investment banking
Investment banking
Of or relating to the business of underwriting, or acting as the client's agent, in the issuance of securities in order to assist an individual, commercial enterprise, corporation or government instution ro raise capital.
Industry: Τραπεζική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Επενδύσεις σε Τράπεζες
Investment banking
οριακή εντολή
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Εντολή σε ένα χρηματιστή να αγοράσει σε τιμή μικρότερη ή ίση με την επιθυμητή, ή να πουλήσει σε υψηλότερη ή ίση με την επιθυμητή. Μια τέτοια τιμή ονομάζεται οριακή ...
κέρδος/απώλεια κεφαλαίου
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Θετική/αρνητική διαφορά ανάμεσα στην τιμή αγοράς μιας επένδυσης και στην τιμή πώλησής της. Το κέρδος ή η ζημιά κατά τη ρευστοποίηση μιας μακροχρόνιας επένδυσης. ...
κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Μια μέθοδος χρηματοδότησης για τις εταιρείες που επιθυμούν να αυξήσουν το κεφάλαιό τους προκειμένου να επεκταθούν ή να διευρύνουν τις εργασίες τους, σε αντάλλαγμα με ...
υπόλοιπο
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Το ποσό των χρημάτων ενός λογαριασμού, εάν από τις πιστώσεις αφαιρεθούν οι χρεώσεις.
δικαίωμα προαίρεσης knock-in (ενεργοποιημένο)
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Οριοθετηµένο δικαίωμα προαίρεσης που έχει αξία μόνο κατά τη λήξη, όταν το υποκείμενο φτάσει ένα συγκεκριμένο επίπεδο τιμής (όριο) κατά τη διάρκεια της ισχύος του. Δείτε επίσης δικαίωμα προαίρεσης ...
δικαίωμα προαίρεσης knock-out
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Οριοθετηµένο δικαίωμα προαίρεσης που λήγει χωρίς αξία όταν το υποκείμενο φτάσει ή ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο επίπεδο τιμής (όριο) κατά τη διάρκεια της ισχύος του. Δείτε επίσης δικαίωμα προαίρεσης ...
τιμή εξάσκησης
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Τιμή στην οποία το υποκείμενο μέσο αγοράζεται ή πωλείται όταν ασκείται ένα δικαίωμα προαίρεσης (option). Δείτε επίσης "τιμή ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Tatiana Platonova 12
0
Όροι
2
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί