Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

ενώνω, συγχωνεύω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να ενώσει ή το μίγμα όπως από την τήξη μαζί.

γαλβανίζω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να εμποτίσει με ζωή ή κινούμενα σχέδια.

τζογάρω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να ρισκάρουν χρήματα ή άλλα κατοχή σε μια εκδήλωση, ευκαιρία ή έκτακτης ανάγκης.

κεραυνοβολώ

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Ρίχνω κεραυνό, προκαλώ έκρηξη

κατσαρώνω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Για μαλλιά που τα κάνω κατσαρά με τεχνητό τρόπο.

ψήνω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να δίνουν μια εμφάνιση τσαλακωμένη, αφράτα.

ξεφτώ

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Για ύφασμα του οποίου κόβονται εύκολα οι κλωστές της ύφανσης, συνήθως από την πολλή χρήση.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Herbs and Spices in Indonesian Cuisine

Κατηγορία: Food   1 10 Όροι

sport, training, Taekwondo

Κατηγορία: Σπορ   1 1 Όροι