Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

παρεμβαίνω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να μεσολαβήσει μεταξύ προσώπων.

διακόπτω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να διακόψει την πορεία του.

διακόπτω, περεμβαίνοντας, κάνω παρεμβολή

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να προκαλέσουν να σταματήσει προσωρινά.

παρεμβάλλω (=θέτω ανάμεσα)

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να έρθει μεταξύ άλλα πράγματα ή πρόσωπα.

ανακρίνω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να εξετάσει επισήμως από την ανάκριση.

διακόπτω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να σταματήσει ενώ είναι σε εξέλιξη.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Herbs and Spices in Indonesian Cuisine

Κατηγορία: Food   1 10 Όροι

sport, training, Taekwondo

Κατηγορία: Σπορ   1 1 Όροι