Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

εμπλέκω (εμπλοκή=implication)

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Για να εμφανίσετε ή να αποδείξει και να συμμετέχουν σε ή είναι εξέταση.

γίνομαι φορτικός (=πιέζω, καταπιέζω,be oppressive)

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να παρενοχλούν με επίμονη απαιτήσεις ή παρακλήσεις.

αυτοσχεδιάζω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Για να γίνει κάτι πρόχειρα ή αυτοσχέδιος.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Animals' Etymology

Κατηγορία: Animals   1 13 Όροι

Web search engine

Κατηγορία: Business   2 10 Όροι