![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary
SAT vocabulary
Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.
Industry: Εκπαίδευση
Προσθήκη νέου όρουContributors in Λεξιλόγιο SAT
SAT vocabulary
deliquesce
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
Διαλύομαι σταδιακά και γίνομαι υγρός λόγω απορρόφησης υγρασίας από τον αέρα.
τρέφουμε
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
Ενεργώ, συμπεριφέρομαι με τρόπο που οδηγεί, που παρασύρει κπ. στη διαμόρφωση εσφαλμένων αντιλήψεων και συμπερασμάτων, γίνομαι αιτία να ξεγελαστεί, να εξαπατηθεί ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
farooq92
0
Όροι
47
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί
Famous and Most Dangerous Volcanos
![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
![](https://accounts.termwiki.com/thumb1.php?f=8feb6e87-1401435191.jpg&width=304&height=180)