Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υπολογιστές > Workstations
Workstations
Of or pertaining to any computer intended for personal use, but with a much faster processor and more memory than an ordinary personal computer.
Industry: Υπολογιστές
Προσθήκη νέου όρουContributors in Workstations
Workstations
εκθέτης
Υπολογιστές; Workstations
Το συστατικό ενός αριθμού κινητής υποδιαστολής που σηματοδοτεί την ακέραια δύναμη στην οποία υψώνεται η βάση στον καθορισμό της τιμής του αναπριστώμενου ...
σφάλμα
Υπολογιστές; Workstations
Ένα σφάλμα ανάλυσης SAX αποτελεί εν γένει ένα σφάλμα επικύρωσης. Με άλλα λόγια, λαμβάνει χώρα όταν ένα έγγραφο XML δεν είναι έγκυρο, αν και μπορεί επίσης να λάβει χώρα αν η δήλωση καθορίζει μία ...
προειδοποίηση
Υπολογιστές; Workstations
Μία προειδοποίηση αναλυτή SAX δημιουργείται όταν το DTD του εγγράφου περιέχει διπλότυπους ορισμούς και σε παρόμοιες καταστάσεις στις οποίες δεν υπάρχει κατ' ανάγκη ένα σφάλμα, αλλά στις οποίες ο ...
στοιχείο υπηρεσίας
Υπολογιστές; Workstations
Μία αναπαράσταση του συνδυασμού ενός ή περισσοτέρων συστατικών Connector που θέτει σε κοινή χρήση ένα μόνο συστατικό μηχανισμού για επεξεργασία εισερχόμενων ...
Εφαρμογή
Υπολογιστές; Workstations
Ένα πρόγραμμα ή συλλογή προγραμμάτων που διεκολύνει μία ή περισσότερες δραστηριότητες συχνά μέσω ενός περιβάλλοντος χρήστη. Οι εφαρμογές τυπικά διαχειρίζονται, μετασχηματίζουν ή και κατανέμουν ...
Μοντέλο Εφαρμογής
Υπολογιστές; Workstations
Η αρχιτεκτονική ολοκλήρωσης της εφαρμογής τόσο από εννοιολογική όσο και από πραγματική προοπτική.
τοπικό υποσύνολο
Υπολογιστές; Workstations
Αυτό το τμήμα του DTD που ορίζεται μέσα στο τρέχον αρχείο XML.