Home > Όροι > Afrikaans (AF) > Engel

Engel

Een van 'n klas van geestelike wesens, 'n konvensionele voorstelling van so 'n wese, in menslike vorm, met vlerke, gewoonlik met wit klere, 'n boodskapper, veral van God.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Festivals
  • Category: Christmas
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Handre Stoman
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Festivals Category: Easter

Paasfees

'N jaarlikse Christelike fees ter herdenking van die opstanding van Jesus Christus, waargeneem op die eerste Sondag na die eerste volmaan ná die ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

no name yet

Κατηγορία: Εκπαίδευση   2 1 Όροι

British Billionaires Who Never Went To University

Κατηγορία: Business   4 6 Όροι