Home > Όροι > Afrikaans (AF) > Kers

Kers

A lig bron gekenmerk deur 'n pit ingebed in soliede brandstof, gewoonlik was of vet, en gebruik word in die Christendom om die lig van Jesus Christus te simboliseer.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Festivals
  • Category: Christmas
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Flow
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα Category: Herbs & spices

sitroengras

krui (vars of gedroogde stingels of grond) Beskrywing: Lang, dun, grys-groen blare. Suurlemoen smaak en geur, baie veselagtig. Gebruike: Vis, hoender, ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Top 10 Inspirational Books of All Time

Κατηγορία: Λογοτεχνία   1 12 Όροι

antibiotics

Κατηγορία: Health   1 20 Όροι