Home > Όροι > Afrikaans (AF) > Beenmurg

Beenmurg

Die sagte weefsel wat in afgeslote beenholtes aanwesig is. Dit bevat vet en onvolwasse en volwasse bloedselle, insluitende witbloedselle, rooibloedselle en plaatjies.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Anatomy
  • Category: Human body
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Flow
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Snack foods Category: Sandwiches

toebroodjies

'n Toebroodjie word van een of meer snye brood gemaak, met voedsame vulsel tussen hulle. Enige soort brood, room of loaf brood, rolletjies en ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Ebola

Κατηγορία: Health   6 13 Όροι

Automotive Dictionary

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 1 Όροι