Home > Όροι > Afrikaans (AF) > Skoen

Skoen

'n Lui kok of sjef. Iemand wat voedsel nie goed voorberei nie.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Flow
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Snack foods Category: Sandwiches

toebroodjies

'n Toebroodjie word van een of meer snye brood gemaak, met voedsame vulsel tussen hulle. Enige soort brood, room of loaf brood, rolletjies en ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

longest English words

Κατηγορία: Other   1 6 Όροι

Dark Princess - Without You

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 10 Όροι