Home > Όροι > Bosnian (BS) > hronomjer

hronomjer

A watch whose timekeeping has been tested and certified for maximum accuracy according to standards set by the Swiss Official Chronometer Control (Contrôle Officiel Suisse des Chronomètres or C.O.S.C.).

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Jewelry
  • Category: Κοσμήματα
  • Company: Kay Jewelers
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Vesna Kovacevic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 3

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Psychology Category: Behavior analysis

grčevi u želucu

Stanje bića - potišteno ili zlovoljano ponašanje, pojavljuju se grčevi, ili razdražljivost. Izvorno značenje ove riječi izvedena iz migrena, što znači ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The beautiful Jakarta

Κατηγορία: Travel   1 6 Όροι

Christian Prayer

Κατηγορία: Θρησκεία   2 19 Όροι

Browers Terms By Category