Home > Όροι > Bosnian (BS) > monogamija

monogamija

A form of marriage in which one woman and one man are married only to each other.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Sociology
  • Category: General sociology
  • Company: McGraw-Hill
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Vesna Kovacevic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 3

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Personal care products Category: Makeup

rumenilo

Obično breskvasto ili ružičasto isticanje, koristi se za stvaranje prirodnih ružičastih obraza. Primijenjen pravilno, rumenilo može stvoriti osvježeni ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Creepypasta

Κατηγορία: Λογοτεχνία   2 16 Όροι

Traditional Romanian cuisine

Κατηγορία: Food   2 8 Όροι

Browers Terms By Category