Home > Όροι > Galician (GL) > tripla

tripla

(basketball term) a field goal worth 3 points because the shooter had both feet on the floor behind the 3-point line when he released the ball; also counts if one foot is behind the line while the other is in the air.

0
  • Μέρος του λόγου:
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Σπορ
  • Category: Basketball
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

ana_gal
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 6

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Network hardware Category:

rede de ordenadores

system of interconnected computer equipment that permits the sharing for information

Συμβάλλων

Edited by

Διακεκριμένα γλωσσάρια

iPhone 6

Κατηγορία: Τεχνολογία   7 42 Όροι

Common Birth Defects

Κατηγορία: Επιστήμη   1 5 Όροι