Home > Όροι > Kazakh (KK) > хронометр

хронометр

A watch whose timekeeping has been tested and certified for maximum accuracy according to standards set by the Swiss Official Chronometer Control (Contrôle Officiel Suisse des Chronomètres or C.O.S.C.).

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Jewelry
  • Category: Κοσμήματα
  • Company: Kay Jewelers
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mankent
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Fitness Category: Workouts

тартылу

the act of stretching oneself and yawning

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Divergent

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 6 Όροι

Fashion Retailing

Κατηγορία: Μόδα   4 19 Όροι

Browers Terms By Category