Home > Όροι > Kazakh (KK) > негізгі

негізгі

(1) a sun with respect to its planets, or a planet with respect to its satellites; (2) the brighter member of a double star system.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Αστρονομία
  • Category: Mars
  • Company: NASA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mankent2
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 11

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Chemistry Category: General chemistry

күш

An entity that when applied to a mass causes it to accelerate. Sir Isaac Newton's Second Law of Motion states: the magnitude of a ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Media Convergence

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 6 Όροι

Humanitarian Aid

Κατηγορία: Politics   1 22 Όροι

Browers Terms By Category