Home > Όροι > Macedonian (MK) > акредитација
акредитација
Процес на признавање и верификација дека академските институции и студиските програми што ги нудат истите ги исполнуваат поставените стандарди за работа, интегритет и квалитет.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση
- Category: Higher education
- Company: Common Data Set
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα Category: Herbs & spices
коријандер
spice (whole or ground) Description: Seeds from the coriander plant, related to the parsley family (see cilantro). Mixture of lemon, sage and caraway ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Υλικό φυσικών επιστημών(1710)
- Μεταλλουργία(891)
- Τεχνολογία διάβρωσης(646)
- Μαγνητική(82)
- Τεστ απόδοσης(1)
Επιστημονικό υλικό(3330) Terms
- Film titles(41)
- Film studies(26)
- Filmmaking(17)
- Film types(13)
Cinema(97) Terms
- Φυσική γεωγραφία(2496)
- Γεωγραφία(671)
- Πόλεις & κωμοπόλεις(554)
- Χώρες & Κράτη(515)
- Capitals(283)
- Human geography(103)
Γεωγραφία(4630) Terms
- Automobile(10466)
- Motorcycles(899)
- Automotive paint(373)
- Tires(268)
- Vehicle equipment(180)
- Auto parts(166)