Home > Όροι > Macedonian (MK) > коријандер

коријандер

spice (whole or ground) Description: Seeds from the coriander plant, related to the parsley family (see cilantro). Mixture of lemon, sage and caraway flavors; musty. Uses: Baking, pickling, and Mexican and Spanish recipes, sausage, curries

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α): cilantro
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα
  • Category: Herbs & spices
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

zocipro
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 18

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Animals Category: Mammals

Азиските еднорог

Исто така наречен Сајола, на азиската еднорог е ретко гледано животно кое живее во Аниматските Планини граничејќи се со Лаос и Виетнам. Не се познати ...

Edited by

Διακεκριμένα γλωσσάρια

ndebele informal greetings

Κατηγορία: Languages   1 12 Όροι

Content management system(CMS)

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 5 Όροι