Home > Όροι > Macedonian (MK) > ангиографија

ангиографија

A diagnostic procedure in which catheters are passed through blood vessels to take pictures of the vessels or chambers of the heart.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

alex sk
  • 0

    Όροι

  • 3

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Θρησκεία Category: Χριστιανισμός

Света Петка е месност и црква на приближно 7 километри од Галичник. Секој 19-ти Август (Преображение Христово) се оди на мала прошетка и ручек бо ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Most Brutal Torture Technique

Κατηγορία: Ιστορία   1 7 Όροι

Material Engineering

Κατηγορία: Μηχανική   1 20 Όροι