Home > Όροι > Macedonian (MK) > контролна променлива

контролна променлива

A factor held constant to test the relative impact of an independent variable.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Sociology
  • Category: General sociology
  • Company: McGraw-Hill
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Jasmin
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 20

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Festivals Category: Christmas

свеќа

A light source typified by a wick embedded in solid fuel, usually fax or fat, and used in Christianity to symbolize the Light of Jesus Christ.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Ukrainian judicial system

Κατηγορία: Νομική   1 21 Όροι

Automotive Dictionary

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 1 Όροι