Home > Όροι > Macedonian (MK) > десерт

десерт

A course that typically comes at the end of a meal, usually consisting of sweet food.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Restaurants
  • Category: ; Diners; Fine dining
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

ane.red
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 4

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ανθρωποι Category: Musicians

Боб Дилан

American singer-songwriter and poet, well known since the 1960s when he became seen as a figurehead of social unrest and change through his songs ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Russian Saints

Κατηγορία: Θρησκεία   2 20 Όροι

Natural Fermentation Bread

Κατηγορία: Food   1 35 Όροι