Home > Όροι > Macedonian (MK) > не се вработени

не се вработени

The term refers to persons who are classified as unemployed as well as those classified as not in the labor force (using Current Population Survey definitions).

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Labor
  • Category: Labor statistics
  • Company: U.S. DOL
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

ane.red
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 4

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Events Category: Disasters

Чернобил

A disaster which occurred in the Chernobyl power plant in 1986, where one out of four nuclear reactors in the plant exploded, resulting in at least 5% ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Prestigious Bottles of Champagne

Κατηγορία: Food   1 10 Όροι

Famous Weapons

Κατηγορία: Objects   1 20 Όροι