Home > Όροι > Macedonian (MK) > рбетен

рбетен

of or pertaining to a vertebra.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Hristina Acovska
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Anatomy Category:

акнестис

Делот од телото, кои не може да го досегнете(да го почешате), обично просторот помеѓу плешките.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Medicine

Κατηγορία: Health   1 20 Όροι

Stanford University

Κατηγορία: Εκπαίδευση   2 5 Όροι