Home > Όροι > Mongolian (MN) > фэн

фэн

Фэн гэдэг нь ямар нэгэн хүнд онлайн хуудсанд үзүүлж байгаа зүйл таалагдаж тухайн хуудсандаа нэгдэхийг хэлнэ.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Ιντερνετ
  • Category: Social media
  • Company: Facebook
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Temuulen Munkhbayar
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 3

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ψυχαγωγία Category: Μουσική

Адам Ионг

АНУ-ын хөгжимчин бөгөөд MySpace-ээр Owl City хамтлагаа үүсгэн байгуулжээ. Тэр 2009 онд Universal Republic дуу бичлэгийн компанитай хамтран ажиллахаар ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Thyroid

Κατηγορία: Health   1 3 Όροι

Everything Jam

Κατηγορία: Arts   1 10 Όροι