Home > Όροι > Albanian (SQ) > celulozë
celulozë
Ndonjë nga derivativët te celulozes si celulozë acetate.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Chemistry
- Category: Organic chemistry
- Company: McGraw-Hill
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Σπορ Category: Basketball
gjuajtje me 3-pikë
(basketball term) a field goal worth 3 points because the shooter had both feet on the floor behind the 3-point line when he released the ball; also ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Φυσική γεωγραφία(2496)
- Γεωγραφία(671)
- Πόλεις & κωμοπόλεις(554)
- Χώρες & Κράτη(515)
- Capitals(283)
- Human geography(103)
Γεωγραφία(4630) Terms
- ISO standards(4935)
- Six Sigma(581)
- Capability maturity model integration(216)
Quality management(5732) Terms
- Βιομηχανική αυτοματοποίησης(1051)
Αυτόματες συσκευές(1051) Terms
- Ceramics(605)
- Fine art(254)
- Sculpture(239)
- Σύγχρονη τέχνη(176)
- Oil painting(114)
- Beadwork(40)
Πολεμικές τέχνες(1468) Terms
- Biochemistry(4818)
- Molecular biology(4701)
- Microbiology(1476)
- Ecology(1425)
- Toxicology(1415)
- Cell biology(1236)