Home > Όροι > Albanian (SQ) > vat
vat
A measure of electrical power equal to potential in volts times current in amps.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Αεροπορία
- Category: Διαστημόπλοια
- Company: NASA
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Advertising Category: Television advertising
(Video rekorder personal) vrp
A generic term for a device that is similar to a VCR but records television data in digital format as opposed to the VCR's analog format. PVRs have ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Professor Smith
0
Όροι
1
Γλωσσάρια
8
Οπαδοί
Introduction of Social Psychology (PSY240)
Κατηγορία: Επιστήμη 13 5 Όροι
Marouane937
0
Όροι
58
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί
10 Architectural Structures that Nearly Defy Gravity
Κατηγορία: Ψυχαγωγία 2 10 Όροι
Browers Terms By Category
- Εντομοκτόνα(2181)
- Οργανικά λιπάσματα(10)
- Λιπάσματα ποτάσας(8)
- Ζιζανιοκτόνα(5)
- Μυκητοκτόνα(1)
- Insecticides(1)
Γεωργικές χημικές ουσίες(2207) Terms
- Όροι Nightclub(32)
- Ορολογία Μπαρ(31)
Μπαρ & νυχτερινά κέντρα(63) Terms
- Γενική νομική(5868)
- Contracts(640)
- Ευρεσιτεχνίες & εμπορικά σήματα(449)
- Legal(214)
- US law(77)
- European law(75)
Νομική(7373) Terms
- Wireless networking(199)
- Modems(93)
- Firewall & VPN(91)
- Networking storage(39)
- Routers(3)
- Network switches(2)