Home > Όροι > Σερβικά > целулоза

целулоза

A carbohydrate which is the chief component of the cell walls of plants.Cellulose is found in wood and in cotton, linen, jute, hemp, and all of the bast, leaf, and stemfibers. It is a basic raw material in the manufacture of rayon, acetate, and triacetate fibers.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Textiles
  • Category: Manufactured fibers
  • Company: Celanese
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

pedja1983
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Τραπεζική Category:

аутоматизовани банкомат

A computerised telecommunications device that provides the clients of a financial institution with access to financial transactions in a public space ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Wind energy company of China

Κατηγορία: Business   1 6 Όροι

longest English words

Κατηγορία: Other   1 6 Όροι