Home > Όροι > Σερβικά > брусити

брусити

да усаврши или да направи да буде интензивније или ефективније

0
  • Μέρος του λόγου: Other
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Tourism & hospitality
  • Category: Travel services
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Miroslav Velimirovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Στρατιωτικά Category: Peace keeping

вишецевни лансер ракета

Ракетни лансирни систем способан за испаљивање салви.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Game Consoles

Κατηγορία: Arts   2 5 Όροι

Medical

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 2 Όροι