Home > Όροι > Σερβικά > необновљиви извори

необновљиви извори

Natural resources that can be used up completely or else used up to such a degree that it is economically impractical to obtain any more of them; e.g., coal, crude oil, and metal ores.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Natural environment
  • Category: Water
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

sonjap
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Fruits & vegetables Category: Fruits

krastavac

A long, green, cylinder-shaped member of the gourd family with edible seeds surrounded by mild, crisp flesh. Used for making pickles and usually eaten ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Terms frequently used in K-pop

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   3 30 Όροι

The art economy

Κατηγορία: Arts   1 7 Όροι

Browers Terms By Category