Home > Όροι > Σερβικά > stator

stator

That part of an AC induction motor's magnetic structure which does not rotate. It usually contains the primary winding. The stator is made up of laminations with a large hole in the center in which the rotor can turn; there are slots in the stator in which the windings for the coils are inserted.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Electrical equipment
  • Category: Motors
  • Company: Baldor
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Marijana Dojčinović
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 17

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Home furnishings Category: Living room furniture

stočić za kafu

Nizak, pravougaoni ili kvadratni sto, često postavljen ispred sofe kako bi se služila kafa, čaj ili kokteli.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Video Games Genres

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 1 Όροι

Knitting Designers

Κατηγορία: Arts   2 20 Όροι